Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Κατάργηση τελών περιαγωγής στην ΕΕ

Τα τελευταία χρόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει συστηματικά τη μείωση των επιπλέον χρεώσεων που επιβάλλουν οι πάροχοι τηλεπικοινωνιών στους πελάτες τους, χρήστες κινητής τηλεφωνίας, όταν αυτοί βρίσκονται σε άλλη χώρα για διακοπές ή για επαγγελματικούς λόγους. Η προσπάθεια αυτή που ξεκίνησε το 2007 είχε ως αποτέλεσμα τα λεγόμενα τέλη περιαγωγής να υποστούν σημαντική μείωση (άνω του 90%). Ο τελικός σκοπός όμως συνίσταται στον εκμηδενισμό των τελών αυτών και συνοψίζεται στο κεντρικό σύνθημα της σχετικής εκστρατείας: «Περιαγωγή σαν στο σπίτι σας». Δηλαδή, χρήση κινητής τηλεφωνίας σε οποιοδήποτε κράτος μέλος ταξιδεύει ο καταναλωτής με την ίδια χρέωση που θα ίσχυε και στο κράτος μέλος της μόνιμης κατοικίας του. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενέκριναν ήδη σχετική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κατάργηση των τελών περιαγωγής για όλους τους Ευρωπαίους ταξιδιώτες από τον Ιούνιο του 2017.
Σύμφωνα με το σχέδιο κανόνων που συζητήθηκε στην Επιτροπή, στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2016, σταθμίζεται η αρχή της εύλογης χρήσης και προβλέπονται ισχυρές διασφαλίσεις για την προστασία των παρόχων από δυνητικές καταχρήσεις. Συμφωνήθηκε εν γένει ότι δεν πρέπει να επιβάλλεται στους καταναλωτές κανένα όριο στη διάρκεια ή στη συχνότητα χρήσης των κινητών τους συσκευών, όταν βρίσκονται σε άλλη χώρα της ΕΕ. Συγχρόνως όμως θα αποτρέπονται οι καταχρήσεις, λαμβανομένης υπόψη της χώρας μόνιμης κατοικίας των καταναλωτών.
Ειδικότερα, οι ταξιδιώτες με κινητή συσκευή η οποία έχει κάρτα SIM του κράτους μέλους όπου κατοικούν ή με το οποίο διατηρούν σταθερούς δεσμούς, θα μπορούν να την χρησιμοποιούν σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ, με τις ίδιες χρεώσεις που ισχύουν στη χώρα τους. Ως σταθεροί δεσμοί νοούνται, παραδείγματος χάρη, οι δεσμοί που διατηρούν με ένα άλλο κράτος μέλος όσοι ταξιδεύουν για επαγγελματικούς λόγους, ή οι φοιτητές του προγράμματος Erasmus. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι Ευρωπαίοι καταναλωτές θα χρεώνονται για κλήσεις, SMS ή χρήση διαδικτύου μέσω κινητών δικτύων με την εγχώρια τιμή και θα έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν πλήρως τα συνδρομητικά πακέτα που έχουν συμφωνήσει με τον πάροχό τους (π.χ. όγκος δεδομένων ή χρόνος ομιλίας).
Από την άλλη πλευρά, οι διασφαλίσεις για την προστασία των συμφερόντων των παρόχων έχουν ως εξής:
1. Διασφαλίσεις έναντι καταχρήσεων
Οι σχετικοί κανόνες δίνουν στους παρόχους τη δυνατότητα να ελέγχουν το είδος της χρήσης, προς αποφυγή καταχρήσεως. Δηλαδή, όταν διαπιστώνεται ασήμαντη εγχώρια κίνηση σε σύγκριση με την κίνηση περιαγωγής ή μεγάλη περίοδος αδράνειας μιας συγκεκριμένης κάρτας SIM σε συνδυασμό με τη χρήση της κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, με περιαγωγή και όταν υπάρχει συνδρομή και διαδοχική χρήση πολλαπλών καρτών SIM από τον ίδιο πελάτη, με περιαγωγή, οι πάροχοι θα πρέπει να ειδοποιούν τους χρήστες τους. Στις περιπτώσεις αυτές, οι πάροχοι θα μπορούν να επιβάλλουν μικρές προσαυξήσεις. Σε περίπτωση διαφωνίας, πρέπει να κινούνται διαδικασίες καταγγελίας από τον πάροχο. Ο πελάτης μπορεί να προσφύγει στην εθνική ρυθμιστική αρχή για τη διευθέτηση της διαφοράς.
2. Διασφαλίσεις σε περίπτωση έκτακτων περιστάσεων.
Εάν αυξηθούν οι τιμές σε μια συγκεκριμένη αγορά, οι πάροχοι θα μπορούν να εξέλθουν από τον μηχανισμό «Περιαγωγή σαν στο σπίτι σας» και, κατόπιν εγκρίσεως από την εθνική ρυθμιστική αρχή, να εφαρμόζουν προσωρινά μικρές προσαυξήσεις. Τούτο όμως υπό την προϋπόθεση ότι θα αποδεικνύουν, βάσει στοιχείων, ότι το εγχώριο μοντέλο τιμολόγησης απειλείται με αποσταθεροποίηση λόγω εφαρμογής του μηχανισμού «Περιαγωγή σαν στο σπίτι σας».
Η Επιτροπή θα εγκρίνει την τελική πρόταση μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου 2016, κατόπιν διαβουλεύσεως με τον Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC), τα κράτη μέλη και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Σχετικά links:
Βλ. επίσης:
http://europa.eu/rapid/press-release_IP-15-5265_en.htm

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Το ΔΕΕ έκρινε σχετικά με την πώληση Η/Υ με προεγκατεστημένο λογισμικό

Στην απόφαση της 7ης Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση C-310/15, το ΔΕΕ απάντησε σε προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το γαλλικό ακυρωτικό δικαστήριο σε σχέση με το αν η πώληση ηλεκτρονικού υπολογιστή με προεγκατεστημένο λογισμικό συνιστά αθέμιτη εμπορική πρακτική.
Ειδικότερα, η υπόθεση αφορούσε την περίπτωση ενός Γάλλου πολίτη ο οποίος το 2008 αγόρασε στη Γαλλία έναν φορητό υπολογιστή γνωστής εταιρίας εξοπλισμένο με προεγκατεστημένα λογισμικά, ιδίως με συγκεκριμένο λειτουργικό σύστημα. Κατά την πρώτη χρήση του εν λόγω υπολογιστή, ο αγοραστής δεν αποδέχθηκε τη «Σύμβαση Άδειας Χρήσης Τελικού Χρήστη» του λειτουργικού συστήματος και ζήτησε από την εταιρία να του επιστρέψει τμήμα της τιμής αγοράς ανάλογο της αξίας του προεγκατεστημένου λογισμικού. Η εταιρία δεν συμφώνησε και πρότεινε αντιστροφή της πώλησης. Ο αγοραστής δεν δέχθηκε την αντιστροφή της πώλησης και ενήγαγε την εταιρία ζητώντας κατ’ αποκοπήν αποζημίωση 450 ευρώ για τα προεγκατεστημένα λογισμικά και 2.500 ευρώ προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω αθέμιτων εμπορικών πρακτικών. Σημειωτέον ότι η Οδηγία 2005/29/ΕΚ της Ένωσης απαγορεύει τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, οι οποίες στρεβλώνουν την οικονομική συμπεριφορά των καταναλωτών και είναι αντίθετες προς τις απαιτήσεις της επαγγελματικής ευσυνειδησίας, όπως, μεταξύ άλλων, τις παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές και τις επιθετικές εμπορικές πρακτικές.
Το γαλλικό ακυρωτικό δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η υπόθεση, ζήτησε από το ΔΕΕ να διευκρινίσει αν τέτοια εμπορική πρακτική (πώληση συγκεκριμένου μοντέλου υπολογιστή μόνο με προεγκατεστημένα λογισμικά χωρίς δυνατότητα άλλης επιλογής) συνιστά αθέμιτη εμπορική πρακτική και αν, στο πλαίσιο αυτό, η μη αναγραφή της τιμής κάθε προεγκατεστημένου λογισμικού συνιστά παραπλανητική εμπορική πρακτική.
Το ΔΕΕ αποφάνθηκε ότι η πώληση υπολογιστή με προεγκατεστημένα λογισμικά δεν συνιστά από μόνη της αθέμιτη εμπορική πρακτική, εφόσον η προσφορά αυτή δεν είναι αντίθετη προς τις απαιτήσεις της επαγγελματικής ευσυνειδησίας και δεν στρεβλώνει την οικονομική συμπεριφορά των καταναλωτών. Για τον έλεγχο αυτών των προϋποθέσεων στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι αρμόδιο το εθνικό δικαστήριο. Το ΔΕΕ επισήμανε, πάντως, ότι η πώληση τέτοιων υπολογιστών μπορεί να πληροί τις απαιτήσεις της επαγγελματικής ευσυνειδησίας, καθόσον καλύπτει τις προσδοκίες πολλών καταναλωτών και διότι ο ενάγων της κύριας δίκης, αφενός, είχε ενημερωθεί επαρκώς για τα χαρακτηριστικά του υπολογιστή που αγόρασε και, αφετέρου, είχε τη δυνατότητα να υπαναχωρήσει από την πώληση μετά την αγορά του (μη αποδεχόμενος τη «Σύμβαση Άδειας Χρήσης Τελικού Χρήστη» κατά την πρώτη χρήση του υπολογιστή).
Περαιτέρω, κατά το ΔΕΕ, το εθνικό δικαστήριο είναι επίσης αρμόδιο να εξακριβώσει αν περιορίζεται σημαντικά η ικανότητα του καταναλωτή να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής, όταν αυτός έχει ενημερωθεί δεόντως πριν προβεί στην αγορά, ότι ο συγκεκριμένος τύπος υπολογιστή δεν είναι διαθέσιμος χωρίς προεγκατεστημένο λογισμικό και, επομένως μπορεί να επιλέξει άλλον τύπο υπολογιστή, ο οποίος διατίθεται χωρίς προεγκατεστημένο λογισμικό.
Τέλος, ως προς το ζήτημα της παραπλανητικής εμπορικής πρακτικής, το ΔΕΕ έκρινε ότι η μη αναγραφή της τιμής για κάθε προεγκατεστημένο λογισμικό δεν μπορεί να εμποδίσει τον καταναλωτή να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής, ούτε ενδέχεται να τον οδηγήσει σε απόφαση συναλλαγής την οποία δεν θα έπαιρνε σε άλλη περίπτωση. Με άλλα λόγια, η τιμή κάθε λογισμικού δεν συνιστά ουσιώδη πληροφορία και, ως εκ τούτου, η μη αναγραφή της τιμής των επιμέρους προεγκατεστημένων λογισμικών δεν συνιστά παραπλανητική εμπορική πρακτική.
Σχετικά links:
Το κείμενο της απόφασης:
Η Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές: