Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2004

Η Microsoft στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού

Έπεσε τελικά η αυλαία της πρώτης πράξης στη νομική διαμάχη μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού (εις το εξής Επιτροπή) και Microsoft Corporation (εις το εξής Microsoft), με την καταδικαστική απόφαση της Επιτροπής στις 24 Μαρτίου 2004 και την επιβολή ενός πρωτοφανούς προστίμου, ύψους 497 εκατομμυρίων ευρώ, σε βάρος της αμερικανικής εταιρίας. Το «έργο» όμως αναμένεται πολύπρακτο.
Ξετυλίγοντας το χρονικό αυτής της υπόθεσης αξίζει να αναφερθεί πως η Microsoft αντιμετώπισε τις πρώτες κατηγορίες για αθέμιτο ανταγωνισμό ήδη από το 1993, αποτελώντας στόχο του Υπουργείου Δικαιοσύνης των Η.Π.Α. λόγω κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά λογισμικού. Η υπόθεση έκλεισε τότε συμβιβαστικά μετά από πολλές διαβουλεύσεις μεταξύ των δύο μερών. Λίγα χρόνια αργότερα, στις αρχές του 1997, ήταν η σειρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επέμβει στις ανταγωνιστικές πρακτικές της Microsoft, η οποία έκλεινε συνεργασίες με παροχείς υπηρεσιών Ίντερνετ (Internet Sercice Providers ή ISP’s) στην Ευρώπη επιβάλλοντας την αποκλειστική χρήση του δικού της λογισμικού πλοήγησης στον κυβερνοχώρο, του γνωστού προγράμματος Internet Explorer. Μια ανεπίσημη σύσταση στην εταιρεία να επανεξετάσει τις επιχειρηματικές συμφωνίες της υπό το πρίσμα των ευρωπαϊκών κανόνων ανταγωνισμού, στάθηκε εν τέλει επαρκής, ώστε να αφαιρεθούν αθέμιτοι όροι και παράνομες ρήτρες από τα επίμαχα συμβόλαια, αφήνοντας την περαιτέρω έρευνα εκ μέρους της Επιτροπής άνευ αντικειμένου.
Παρ’ όλα αυτά δεν άργησε να δοθεί η αφορμή για μια νέα επέμβαση της Επιτροπής στις εμπορικές δραστηριότητες της Microsoft. Στις 10 Δεκεμβρίου 1998 η εταιρία ηλεκτρονικών συστημάτων και λογισμικού Sun Microsystems Inc. (εις το εξής Sun), στηριζόμενη στο άρθρο 3 του Κανονισμού 17/1962, υπέβαλε αίτηση ενώπιον της Επιτροπής, ζητώντας να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να ελεγχθεί η μονοπωλιακή συμπεριφορά της Microsoft, που προσέκρουε ευθέως στο άρθρο 82 της Σ.Ε.Κ.. Συγκεκριμένα η Sun υποστήριζε πως τα προγράμματά της -όπως και άλλων εταιριών- δεν μπορούσαν να συνεργαστούν με το λειτουργικό σύστημα (Operating System ή OS) της Microsoft, τη σειρά δηλαδή των εκδόσεων Windows που εξοπλίζουν σχεδόν το 95% των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην αγορά. Το πρόβλημα ξεκινούσε από την τακτική μυστικότητας εκ μέρους της Microsoft σχετικά με το πρωτόκολλο επικοινωνίας των Windows, που καθιστούσε αδύνατη την επίτευξη ικανοποιητικής συνεργασίας με λειτουργικά συστήματα ανταγωνιστικών εταιριών. Με τον τρόπο αυτό οι αγοραστές οδηγούνταν αναγκαστικά στην επιλογή προϊόντων της Microsoft προκειμένου να επιτύχουν την άρτια λειτουργία και επικοινωνία μεταξύ υπολογιστών ή/και διακομιστών σε περιβάλλον δικτύου.
Η αίτηση της Sun κινητοποίησε την Επιτροπή, η οποία επέκτεινε τις έρευνές της και στο πρόγραμμα αναπαραγωγής πολυμέσων της Microsoft, το Windows Media Player. H ενσωμάτωση και η διάθεση του προγράμματος αυτού στο λειτουργικό σύστημα των Windows θεωρήθηκε αθέμιτη ανταγωνιστική δράση καθώς μειώνει εκ των πραγμάτων το μερίδιο αγοράς για τα αντίστοιχα προγράμματα των υπολοίπων εταιριών λογισμικού. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι την ίδια χρονική στιγμή η Microsoft αντιμετώπιζε παρόμοιες κατηγορίες στις Η.Π.Α. σε σχέση με την ενσωμάτωση του προγράμματος πλοήγησης Internet Explorer στα Windows. Και αυτή η υπόθεση όμως έκλεισε με συμβιβασμό που επικυρώθηκε μάλιστα δικαστικά από το Περιφερειακό Δικαστήριο των Η.Π.Α. (U.S. District Court) τον Νοέμβριο του 2002. Αντιθέτως η εξέλιξη της διαδικασίας στον ευρωπαϊκό χώρο δεν οδήγησε ούτε σε γρήγορο, ούτε σε τόσο ανώδυνο αποτέλεσμα για την μεγάλη εταιρεία λογισμικού. H διάρκεια των ερευνών άγγιξε μια πενταετία, κατά την οποία ξεκίνησε ανταλλαγή έγγραφων συστάσεων και απαντήσεων μεταξύ Επιτροπής και Microsoft, χωρίς να επέλθει κάποιο ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Παράλληλα, ισχυροποιήθηκε το μέτωπο εναντίον του μονοπωλίου της Microsoft, καθώς ενεπλάκησαν στην υπόθεση, ως ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη, περισσότερες ανταγωνίστριες εταιρίες. Μία από αυτές, η RealNetworks Inc., κατάφερε να αποδείξει με μια επίδειξη ότι ο διαχωρισμός του Windows Media Player από το λειτουργικό σύστημα Windows είναι τεχνικά εφικτός, καταρρίπτοντας έτσι ένα βασικό επιχείρημα της Microsoft, που υποστήριζε την τεχνική αδυναμία αποψίλωσης των Windows από το πρόγραμμα αναπαραγωγής πολυμέσων.
Στις αρχές του 2004 και ενώ η πορεία των ερευνών ολοκληρωνόταν, επιχειρήθηκε μια τελευταία προσπάθεια συμβιβασμού που θα λύτρωνε τη Microsoft από το διαφαινόμενο εις βάρος της αποτέλεσμα. Παρ’ όλα αυτά, οι τριήμερες διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ευρωπαίου Επιτρόπου Μάριο Μόντι και του εκπροσώπου της εταιρίας Στίβεν Μπάλμερ δεν απέδωσαν καρπούς, ενώ οι πιέσεις που ασκήθηκαν εκ μέρους του Υπουργείου Δικαιοσύνης των Η.Π.Α., το οποίο βρισκόταν σε διαρκή επικοινωνία με την Επιτροπή σχετικά με την υπόθεση, δε στάθηκαν ικανές να επηρεάσουν την τελική της απόφαση. Ενδεικτικά είναι τα λόγια του Ευρωπαίου Επιτρόπου, που δήλωσε ότι στην υπόθεση «Microsoft» η Ε.Ε. αποδείχτηκε «πιο ενωμένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες» (“more united than United States”). Την άνοιξη του 2004, λοιπόν, η Επιτροπή εξέδωσε την τελική και εμπεριστατωμένη της κρίση σε ένα -εξαντλητικό της υπόθεσης- κείμενο 300 σελίδων, προβλέποντας συνοπτικά τα εξής:
• Επιβολή προστίμου στη Microsoft ύψους 497 εκ. € (611 εκ. $), ποσό που προέκυψε ύστερα από διαδοχικές αυξήσεις καθώς η εταιρία δεν άλλαξε καθόλου τις επιχειρηματική τακτική της, ούτε συμμορφώθηκε με τις συστάσεις της Επιτροπής κατά τη διάρκεια της πενταετούς έρευνας.
• Εντός 120 ημερών, η Microsoft κλήθηκε να αποκαλύψει πλήρεις και ακριβείς πληροφορίες για τις διεπαφές των Windows (Interoperability Information), ώστε οι διακομιστές ομάδων εργασίας των ανταγωνιστών της να μπορούν να συνεργαστούν με υπολογιστές ή διακομιστές που χρησιμοποιούν Windows. Με τον τρόπο αυτό θα δίνεται η δυνατότητα στις ενδιαφερόμενες εταιρίες να αγοράσουν άδεια για το απαραίτητο πρωτόκολλο επικοινωνίας.
• Εντός 90 ημερών, η Microsoft κλήθηκε να παρέχει στους κατασκευαστές και αγοραστές της την επιπλέον δυνατότητα επιλογής μιας έκδοσης των Windows χωρίς Windows Media Player.
Όπως αναμενόταν, βέβαια, η απόφαση προκάλεσε την αντίδραση της Microsoft, η οποία προχώρησε καταρχήν άμεσα σε υπογραφή επιχειρηματικής συμφωνίας με τη Sun, βεβαιώνοντας την άψογη συνεργασία των τεχνολογιών των δύο εταιριών. Έχοντας λοιπόν κερδίσει την υποστήριξη της άλλοτε ισχυρής αντιπάλου της, Sun, η Microsoft προχώρησε στις 8 Ιουνίου 2004 στην υποβολή έφεσης εναντίον της απόφασης της Επιτροπής, μεταφέροντας έτσι την υπόθεση ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Π.Ε.Κ.). Η διάρκεια εκδίκασης της έφεσης υπολογίζεται από τρία έως πέντε χρόνια, με συνέπεια αυτό που προκαλεί βραχυπρόθεσμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, να είναι η απόφαση του Προέδρου του Π.Ε.Κ., Μπο Βέστερχοφ, για την αναστολή ή μη των μέτρων που επιβλήθηκαν από την Επιτροπή. Επί τούτου, η απόφαση θα ληφθεί έπειτα από προφορική διαδικασία παράθεσης των επιχειρημάτων των δύο πλευρών, που θα διαρκέσει δύο ημέρες, ξεκινώντας στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2004. Έως τότε έχει ανασταλεί προσωρινά και η συμμόρφωση της Microsoft με την απόφαση της Επιτροπής.
Εν αναμονή, λοιπόν, των εξελίξεων και κλείνοντας προς το παρόν το σύντομο χρονικό της ηχηρής υπόθεσης Microsoft, ας κρατήσουμε έναν προβληματισμό γύρω από αυτήν την πρώτη ήττα της κυρίαρχης εταιρίας στην αγορά λογισμικού. Φαίνεται οξύμωρο να αναφερόμαστε σε ήττα όταν αυτή έρχεται μία πενταετία μετά την πρώτη καταγγελία και ίσως χρειαστεί άλλη μία πενταετία για να κλείσει οριστικά η υπόθεση. Ήδη σήμερα αλλά πολύ περισσότερο το 2009, η αφαίρεση π.χ. του Windows Media Player από το λειτουργικό σύστημα της Microsoft δε θα έχει πιθανώς κανένα νόημα, αφού πια θα έχει συντριβεί ο ανταγωνισμός αλλά και το ενδιαφέρον των εταιριών θα στρέφεται σε διαφορετικές κατευθύνσεις (π.χ. νόμιμη διακίνηση μουσικής μέσω Διαδικτύου). Όσον αφορά δε τις αμφιβολίες που προκύπτουν σχετικά με το αν και κατά πόσο θα ωφεληθεί ο τελικός χρήστης από αυτή την προσπάθεια εξυγίανσης του ανταγωνισμού, καλό είναι να διευκρινισθεί πως ο καταναλωτής δε θα στερηθεί τη μέχρι σήμερα δεδομένη υπηρεσία αναπαραγωγής πολυμέσων στον ηλεκτρονικό του υπολογιστή. Απλώς θα μπορεί να επιλέξει ο ίδιος το καταλληλότερο και ίσως οικονομικότερο πρόγραμμα της εταιρίας που επιθυμεί, χωρίς να έχει προεπιλέξει γι’ αυτόν η Microsoft.

Σχετικά Links:
Ολόκληρη η απόφαση της Επιτροπής στα αγγλικά: http://europa.eu.int/comm/competition/antitrust/cases/decisions/37792/en.pdf
Ενδεικτικά δημοσιεύματα του διαδικτυακού Τύπου:
http://www.eurunion.org/news/press/2004/20040047.htm
http://www.heise.de/newsticker/meldung/45944
http://www.eweek.com/article2/0,1759,1608454,00.asp
http://www.winnetmag.com/Article/ArticleID/43361/43361.html

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2004

Εισαγωγικά...

Το 1996, ένα βήμα πριν την ραγδαία διάδοση των προσωπικών ηλεκτρονικών υπολογιστών στη χώρα μας και μόλις το Ίντερνετ είχε αρχίσει να εισβάλει δειλά στην ελληνική πραγματικότητα, η Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου επέδειξε τολμηρή διορατικότητα εγκαινιάζοντας μια στήλη "Νομικής Πληροφορικής". Έκτοτε έχει φιλοξενήσει ποικίλες μελέτες επιστημόνων με ανησυχίες και ειδικούς προβληματισμούς σχετικά με την συνύπαρξη του Δικαίου και των Νέων Τεχνολογιών, φωτίζοντας πολλές πτυχές αυτού του νέου και δυσπρόσιτου τομέα της νομικής επιστήμης. Σήμερα πια, που η ανάγκη ύπαρξης της στήλης θεωρείται προφανής, κρίνεται σκόπιμη η επιπλέον κάλυψη κάποιων επίκαιρων ζητημάτων με συνοπτικό τρόπο, ώστε να παρέχεται στους αναγνώστες έγκαιρη ενημέρωση για τις ολοένα ταχύτερες εξελίξεις στο χώρο της Νομικής Πληροφορικής. Μακάρι η νέα στήλη «e-πίκαιρα» να ανταποκριθεί στις προσδοκίες και το ζωηρό ενδιαφέρον του νομικού κόσμου.