Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2007

ΑΡΘΡΟ 342§4 ΠΚ: ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΣΕ ΑΣΕΛΓΕΙΑ (ΜΕΣΩ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ)

Τον Οκτώβριο του 2006 δημοσιεύτηκε ο νόμος 3500 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, περιλαμβάνοντας στις τελευταίες διατάξεις του την αντικατάσταση του άρθρου 342 του Ποινικού Κώδικα για την κατάχρηση ανηλίκων σε ασέλγεια. Ο εν λόγω νόμος και το νέο άρθρο 342 ΠΚ τέθηκαν σε ισχύ από τις 24 Ιανουαρίου του 2007. Ακολούθως παρατίθεται πλήρες το νέο άρθρο του Ποινικού Κώδικα:

Άρθρο 342
Κατάχρηση ανηλίκων σε ασέλγεια
 
1. Ο ενήλικος ο οποίος ενεργεί ασελγείς πράξεις με ανήλικο,
τον οποίον του έχουν εμπιστευθεί για να τον επιβλέπει
ή να τον φυλάσσει, έστω και προσωρινά, τιμωρείται ως εξής:
α) αν ο παθών δεν συμπλήρωσε τα δεκατέσσερα έτη, με κάθειρξη
τουλάχιστον δέκα ετών,
β) αν ο παθών συμπλήρωσε τα δεκατέσσερα, όχι όμως
και τα δεκαοκτώ έτη, με κάθειρξη.
2. Συνιστά επιβαρυντική περίσταση η τέλεση της πράξης
της πρώτης παραγράφου:
α) από οικείο,
β) από πρόσωπο που συνοικεί με τον ανήλικο
ή διατηρεί φιλικές σχέσεις με τους οικείους του,
γ) από εκπαιδευτικό, παιδαγωγό, γυμναστή
ή άλλο πρόσωπο που παραδίδει μαθήματα
στον ανήλικο,
δ) από πρόσωπο που δέχεται τις υπηρεσίες
του ανηλίκου,
ε) από κληρικό με τον οποίο ο ανήλικος
διατηρεί πνευματική σχέση,
στ) από ψυχολόγο, ιατρό, νοσοκόμο
ή από ειδικό επιστήμονα που παρέχει
τις υπηρεσίες του στον ανήλικο.
3. Ο ενήλικος ο οποίος με χειρονομίες,
με προτάσεις ή με εξιστόρηση, απεικόνιση
ή παρουσίαση πράξεων που αφορούν
τη γενετήσια ζωή προσβάλλει την αιδώ ανηλίκου,
τον οποίον του έχουν εμπιστευθεί για να τον επιβλέπει
ή να τον φυλάσσει, έστω και προσωρινά,
τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και
αν η πράξη τελείται κατά συνήθεια με φυλάκιση
τουλάχιστον δύο ετών.
Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται αναλόγως και στις
περιπτώσεις αυτές.
4. Ο ενήλικος, ο οποίος μέσω διαδικτύου ή άλλου μέσου
επικοινωνίας, αποκτά επαφή με πρόσωπο που δεν συμπλήρωσε
τα δεκαέξι έτη και με προτάσεις ή με εξιστόρηση,
απεικόνιση ή παρουσίαση πράξεων που αφορούν τη γενετήσια
ζωή προσβάλλει την αιδώ του, τιμωρείται με φυλάκιση
τουλάχιστον ενός έτους και αν η πράξη τελείται κατά
συνήθεια με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών.
5. Η παραγραφή των πράξεων των προηγούμενων παραγράφων
αναστέλλεται μέχρι την ενηλικίωση του ανηλίκου.

Από την πρώτη ανάγνωση του άρθρου καθίσταται προφανής ο λόγος για τον οποίο απασχολεί ειδικά μια στήλη Νομικής Πληροφορικής. Στην παράγραφο 4 περιέχεται άμεση αναφορά στο Διαδίκτυο, η οποία μάλιστα είναι η πρώτη και η μοναδική μέχρι στιγμής που μπορούμε να συναντήσουμε στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα. Να σημειωθεί ότι η συμπλήρωση του Ποινικού Κώδικα με το νόμο 1805/1988 αφορούσε κυρίως περιπτώσεις διάπραξης εγκλημάτων με ηλεκτρονικό υπολογιστή (βλ. άρθρα 13γ, 370Β, 370Γ, 386Α) καθώς το 1988 το Διαδίκτυο αποτελούσε μάλλον άγνωστο όρο για το νομοθέτη όπως και για τους περισσότερους. Δεν ίσχυε, ωστόσο το ίδιο και το 2002, όταν προστέθηκε το άρθρο 348Α για την πορνογραφία ανηλίκων, με το νόμο 3064/2002. Τότε όμως, ορθά, ο νομοθέτης δεν υιοθέτησε κάποια ειδική αναφορά στο Διαδίκτυο, καλύπτοντας τις σχετικές περιπτώσεις με μια ευρύτερη ρύθμιση, που θα παρουσιαστεί στη στήλη στο άμεσο μέλλον καθώς επιδέχεται γενικότερη ανάλυση και κριτική.

Σήμερα, λοιπόν, ο ποινικός νομοθέτης εισάγει μια διάταξη με σκοπό να τυποποιήσει ως αξιόποινη μία συμπεριφορά που σχετίζεται άμεσα με το περιβάλλον του Διαδικτύου. Η βιασύνη του, όμως, να αποδείξει την ταχύτητα των κοινωνικών αντανακλαστικών του απέναντι στο πρόβλημα της παιδοφιλίας, οδήγησε σε μια, κατά την άποψή μας, πρόχειρη και φοβική έως υπερβολική ρύθμιση.

Ξεκινώντας από τα νομοτεχνικά στοιχεία, διακρίνουμε ότι η βασική μορφή του εγκλήματος, που αφορά την προσβολή της αιδούς των ανηλίκων, εντοπίζεται στην τρίτη παράγραφο, όπου προβλέπονται ποινές φυλάκισης τουλάχιστον έξι μηνών και αν η πράξη τελείται κατά συνήθεια τουλάχιστον δύο ετών. Εν συνεχεία, η τέταρτη παράγραφος ανάγει την επίμαχη τέλεση μέσω διαδικτύου ή άλλου μέσου επικοινωνίας σε διακεκριμένη μορφή του εγκλήματος για την οποία διπλασιάζει σχεδόν τα απειλούμενα ελάχιστα όρια των ποινών. Πριν προχωρήσουμε στην κριτική αυτής της επιλογής σε δικαιοπολιτική βάση, αξίζει να αναφερθούμε στην αντεγκληματική χρησιμότητα μιας τέτοιας διάταξης εν γένει. Θα ήταν φυσικά προκλητικό να αμφισβητήσει κανείς το πρόβλημα της παιδοφιλίας και εν πολλοίς υποκριτικό να μην αναγνωρίσει τον ακούσια υποβοηθητικό ρόλο του Διαδικτύου στην αύξηση του φαινομένου. Εντούτοις, μια άστοχα στοχευμένη ρύθμιση, όπως η συγκεκριμένη, δεν μοιάζει ικανή να προσφέρει ικανοποιητικές λύσεις, αφού μάλλον αγνοεί τον τρόπο λειτουργίας των σύγχρονων ψηφιακών υπηρεσιών και πολύ περισσότερο την επικρατούσα κουλτούρα ανεκτικότητας και αυτορρύθμισης των χρηστών. Σε ένα ριζοσπαστικό περιβάλλον επικοινωνίας, τόσο «ανοιχτό», όπως αυτό του Διαδικτύου και με απεριόριστες δυνατότητες ανωνυμίας και παραλλαγής ταυτότητας, η εν λόγω ρύθμιση κινείται μάλλον εκτός λειτουργικής πραγματικότητας του μέσου. Αν πάλι, σκοπός της διάταξης είναι να προσφέρει το κατάλληλο στήριγμα στη δράση των ολοένα και περισσότερων «κυβερνοφυλάκων» (cybercops), που επιδίδονται στην «αλίευση» παιδοφίλων σε ομάδες συζήτησης υψηλού κινδύνου, τότε μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε διπλά άστοχη. Για να στοιχειοθετηθεί η ποινική ευθύνη του δράστη-παιδόφιλου, η ανηλικότητα του θύματος -και μάλιστα κάτω των 16 ετών- αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, η οποία οφείλει να κρίνεται αντικειμενικά. Με απλά λόγια, δε θα ήταν δυνατή η σύλληψη ενός παιδόφιλου, βάσει του άρθρου 342 §4 ΠΚ, λόγω της συμμετοχής του σε μια ιδιωτική συζήτηση πραγματικού χρόνου (private live chat) με έναν αστυνομικό που υποδύεται τον δεκαπεντάχρονο, ακόμα κι αν η συμπεριφορά του θα ήταν ικανή να προσβάλει την αιδώ ενός ανήλικου.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, ακόμη και αν δεχτούμε την ανάγκη ύπαρξης μια τέτοιας ρύθμισης, αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι η αντιμετώπιση του εν λόγω εγκλήματος ως διακεκριμένου. Η αναγνώριση υψηλότερης απαξίας στην εξ αποστάσεως εικονική επικοινωνία με ένα άγνωστο πρόσωπο που προσβάλει την αιδώ του ανήλικου σε σχέση με την αντίστοιχη προσβολή από ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης που εισέρχεται στο φυσικό χώρο του ανήλικου, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το λιγότερο (τεχνο-)φοβική. Άλλωστε, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως η είσοδος στο διαδικτυακό εικονικό κόσμο όπως και στον πραγματικό, ακόμα και για έναν ανήλικο, συνυπάρχει με την εγκατάλειψη ενός κλειστού, προστατευμένου χώρου και την αυτόβουλη έκθεση σε ένα περιβάλλον διευρυμένης επικινδυνότητας. Η κάθε προσβολή σε αυτόν τον ήδη εκτεθειμένο χώρο δεν μπορεί να απαξιώνεται περισσότερο από την προσβολή εντός ενός προστατευμένου περιβάλλοντος, όπου εισέρχεται ο δράστης εκμεταλλευόμενος μια σχέση εμπιστοσύνης.

Εν κατακλείδι, διαφαίνεται ακόμη μια φορά η ανεπάρκεια της νομοπαραγωγικής διαδικασίας να ανταποκριθεί με ακρίβεια στις απαιτήσεις της ψηφιακής εποχής. Με αδέξιους χειρισμούς, άλλοτε σπεύδει και άλλοτε καθυστερεί, γεννώντας πολλές φορές μεγαλύτερη ανασφάλεια από αυτή που προσπαθεί να αντιμετωπίσει.

ΣΧΕΤΙΚΑ LINKS:

Αιτιολογική Έκθεση της τροπολογίας για την αντιμετώπιση της παιδοφιλίας:

http://www.ministryofjustice.gr/print.php?sid=698