Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2008

ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ (ΙΙ)

Η γενικότερη προβληματική αναφορικά με την πορνογραφία ανηλίκων όπως εκδηλώνεται στο πεδίο του διαδικτύου παρουσιάστηκε μέσα στο προηγούμενο έτος από τη στήλη, καλύπτοντας τόσο τη φαινομενολογία όσο και τους τρόπους νομοθετικής αντιμετώπισης σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Τη στιγμή που από τη θέση αυτή θίγονταν οι αδυναμίες των σχετικών εθνικών διατάξεων, ο Έλληνας νομοθέτης επεξεργαζόταν ήδη ένα νόμο που, μεταξύ άλλων, θα επέφερε τις επιθυμητές τροποποιήσεις στο άρθρο 348Α του Ποινικού Κώδικα για την «Πορνογραφία Ανηλίκων». Ο εν λόγω νόμος υπ’ αριθμ. 3625, που δημοσιεύτηκε τελικά στις 24 Δεκεμβρίου 2007, κύρωσε το Προαιρετικό Πρωτόκολλο στη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού σχετικά με την εμπορία παιδιών, την παιδική πορνεία και παιδική πορνογραφία και αντικατέστησε το άρθρο 348Α ΠΚ ως εξής:


«Πορνογραφία ανηλίκων»
1. Όποιος με πρόθεση παράγει, διανέμει, δημοσιεύει,
επιδεικνύει, εισάγει στην Επικράτεια ή εξάγει από αυτήν,
μεταφέρει, προσφέρει, πωλεί ή με άλλον τρόπο διαθέτει,
αγοράζει, προμηθεύεται, αποκτά ή κατέχει υλικό παιδικής
πορνογραφίας ή διαδίδει ή μεταδίδει πληροφορίες σχετικά
με την τέλεση των παραπάνω πράξεων, τιμωρείται με
φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή δέκα
χιλιάδων έως εκατό χιλιάδων ευρώ.
2. Όποιος με πρόθεση παράγει, προσφέρει, πωλεί ή με
οποιονδήποτε τρόπο διαθέτει, διανέμει, διαβιβάζει,
αγοράζει, προμηθεύεται ή κατέχει υλικό παιδικής
πορνογραφίας ή διαδίδει πληροφορίες σχετικά με την
τέλεση των παραπάνω πράξεων δια συστήματος
ηλεκτρονικού υπολογιστή ή με τη χρήση διαδικτύου,
τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και
χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων έως τριακοσίων
χιλιάδων ευρώ.
3. Υλικό παιδικής πορνογραφίας, κατά την έννοια
των προηγούμενων παραγράφων, συνιστά η αναπαράσταση
ή η πραγματική ή εικονική αποτύπωση σε ηλεκτρονικό
ή άλλο υλικό φορέα του σώματος ή μέρους του σώματος
ανηλίκου, κατά τρόπο που προδήλως προκαλεί γενετήσια
διέγερση, καθώς και πραγματικής ή εικονικής ασελγούς
πράξης που διενεργείται από ή με ανήλικο.
4. Οι πράξεις της πρώτης και δεύτερης παραγράφου
τιμωρούνται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και
χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων έως εκατό χιλιάδων
ευρώ:
α) αν τελέσθηκαν κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια
β) αν η παραγωγή του υλικού της παιδικής πορνογραφίας
συνδέεται με την εκμετάλλευση της ανάγκης, της ψυχικής
ή της διανοητικής ασθένειας ή σωματικής δυσλειτουργίας
λόγω οργανικής νόσου ανηλίκου ή με την άσκηση ή απειλή
χρήσης βίας ανηλίκου ή με τη χρησιμοποίηση ανηλίκου
που δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο έτος. Αν η πράξη της
περίπτωσης β’ είχε ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική
βλάβη του παθόντος, επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον
δέκα ετών και χρηματική ποινή εκατό χιλιάδων έως
πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ αν δε αυτή είχε ως αποτέλεσμα
το θάνατο, επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη.

Η πρώτη διάταξη για την αντιμετώπιση της παιδικής πορνογραφίας εισήχθη στον Ποινικό Κώδικα με το νόμο 3064/2002 και περιείχε ως προϋπόθεση της αξιόποινης πράξης την κερδοσκοπία. Με την πρόσφατη τροποποίηση, ο όρος αυτός εξαλείφεται επιτρέποντας πλέον την τιμώρηση του δράστη ακόμη και όταν δεν αποσκοπεί στην αποκόμιση κέρδους. Ο κερδοσκοπικός παράγοντας διατηρείται ωστόσο ως ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση. Βασικό πρόβλημα που έχει σχολιαστεί ήδη στη στήλη (e-πίκαιρα, ΕΕΕυρΔ 3:2007) αποτελεί η ποινικοποίηση της απλής κατοχής πορνογραφικού υλικού με ανήλικους, η οποία εφόσον δεν συνδυάζεται με την κερδοσκοπία, οδηγεί σε ανησυχητική διεύρυνση του αξιοποίνου.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η προσθήκη της δεύτερης παραγράφου με την οποία εισάγεται μια διακεκριμένη μορφή του εγκλήματος όταν οι πράξεις παραγωγής, διάθεσης, κατοχής κλπ. γίνονται μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή διαδικτύου. Στην περίπτωση αυτή, ο νομοθέτης όρισε αυστηρότερο όριο ποινής (φυλάκιση τουλάχιστον 2 ετών) ακολουθώντας, μάλλον, την κοινωνική απαίτηση για πάταξη της εύκολης διακίνησης υλικού παιδικής πορνογραφίας με τη χρήση νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων όπως το διαδίκτυο. Κι εδώ όμως, η ευρύτητα της ρύθμισης δεν μπορεί να παραβλεφθεί, ειδικά όσον αφορά την απλή κατοχή. Ενδεικτικό παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει η κατοχή φωτογραφιών παιδικής πορνογραφίας σε ψηφιακή μορφή (π.χ. στο σκληρό δίσκο Η/Υ), που απειλείται με υψηλότερο όριο ποινής από την κατοχή τους σε εκτυπωμένη μορφή. Με άλλα λόγια θα μπορούσε κάποιος να μειώσει την απαξία της πράξης του απλά εκτυπώνοντας τις ίδιες εικόνες αντί να τις διατηρήσει ψηφιακά. Άλλωστε, η ανεπιθύμητη τυχαία θέαση είναι σαφώς ευκολότερη για το έντυπο παρά για το ψηφιακό υλικό. Το παράδειγμα, φυσικά, δεν αφορά τη διακίνηση παιδοφιλικού υλικού μέσω διαδικτύου, η οποία στηρίζεται στην εύκολη μεταφορά ψηφιακών αρχείων. Θα ήταν σφάλμα, όμως, να ταυτίσουμε αναγκαστικά την κατοχή με την διακίνηση όπως και την ύπαρξη συστήματος Η/Υ με την πρόσβαση στο διαδίκτυο.

Επιπλέον, ερμηνευτικό ζήτημα προκύπτει όσον αφορά την έννοια του υλικού παιδικής πορνογραφίας και ειδικά της φράσης "προδήλως προκαλεί γεννετήσια διέγερση". Η σχετική ασάφεια της διατύπωσης στο σημείο αυτό προσφέρει και τη μοναδική δυνατότητα στον εφαρμοστή του δικαίου να αποκλείσει από τη σφαίρα του αδίκου κάποιες περιπτώσεις που εκ πρώτης όψεως θα μπορούσαν τυπικά να θεωρηθούν παιδική πορνογραφία. Για παράδειγμα, οι γονείς που δημοσιεύουν σε ένα διαδικτυακό φωτογραφικό άλμπουμ των διακοπών τους, μεταξύ άλλων, μια εικόνα του ανήλικου παιδιού τους να παίζει γυμνό στην παραλία, θα ήταν ανορθόδοξο να θεωρηθούν αξιόποινοι για διανομή παιδοφιλικού υλικού επειδή κάποιο νοσηρό μυαλό θα διεγειρόταν σεξουαλικά βλέποντας αυτή την εικόνα.

Παρά την τροποποίηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, με τις όποιες βελτιώσεις και ατέλειες, οι διωκτικές δυνατότητες των αρμόδιων αρχών παραμένουν ακόμη περιορισμένες. Το θέμα αυτό έλαβε δημοσιότητα στις αρχές του 2008 όταν ο προϊστάμενος του Τμήματος Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος έθιξε ενώπιον της Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής το πρόβλημα της μη άρσης του τηλεπικοινωνιακού απορρήτου για τις υποθέσεις παιδικής πορνογραφίας που ερευνώνται στον Κυβερνοχώρο. Πράγματι, η πορνογραφία ανηλίκων δεν ανήκει στην κατηγορία εγκλημάτων για τα οποία προβλέπεται η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για την εξιχνίασή τους, βάσει του νόμου 2225/94. Κατά συνέπεια, όλη η έρευνα των διωκτικών αρχών φτάνει μέχρι την ανεύρεση της διαδικτυακής ταυτότητας (IP-address) ενός χρήστη. Η περαιτέρω αντιστοίχισή της με την πραγματική του ταυτότητα απαιτεί την αποκάλυψη απαραίτητων στοιχείων από τους παροχείς υπηρεσιών διαδικτύου και εμποδίζεται από την προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, το Υπουργείο Δικαιοσύνης έσπευσε να ανακοινώσει την προπαρασκευή της απαιτούμενης τροποποίησης του νομικού πλαισίου ως προς την άρση του απορρήτου προκειμένου να διερευνώνται πιο αποτελεσματικά τα εγκλήματα παιδικής πορνογραφίας.

Εντέλει, κάθε πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση νοσηρών φαινομένων όπως η κακοποίηση ανηλίκων και η εκμετάλλευση της παιδικής αθωότητας πρέπει να προκρίνεται. Ωστόσο, ο νομοθέτης οφείλει να λαμβάνει εξίσου σοβαρά υπόψη του τα δικαιώματα των πολιτών στην ιδιωτικότητα και στην ανεμπόδιστη συμμετοχή τους στη σύγχρονη Κοινωνία της Πληροφορίας, δίχως να παρασύρεται σε υπερβολικές ρυθμίσεις μετά από έντονες αντιδράσεις και δηλώσεις εντυπωσιασμού.

ΣΧΕΤΙΚΑ LINKS:

Ανακοίνωση του Υπουργείου Δικαιοσύνης:

http://www.ministryofjustice.gr/modules.php?op=modload&name=News&file=article&sid=1018

Ηλεκτρονικός τύπος:

http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11424&subid=2&pubid=358608#

http://www.tanea.gr/Article.aspx?d=20080123&nid=7255161

http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=4775&subid=2&tag=3606&pubid=753196#

http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=866295&lngDtrID=252

Βλ. επίσης:

http://news.contra.gr/Internet/Hellas/184611.html

http://www.greekinsight.com/show_art_el.asp?id=4831&cat_name=
%CE%9A%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B1