Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2006

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΔΕΟΔ

Το πέρας του 2005 σηματοδότησε για το περιοδικό μας την ολοκλήρωση μιας εικοσιπενταετούς πορείας συνεχούς και συνεπούς επιστημονικής παρουσίας, που ταυτίζεται σχεδόν χρονικά με τη λειτουργία του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου. Με την αφορμή αυτή, η στήλη, συνεπής προς τη θεματική της, αφιερώνει μια συνοπτική ιστορική αναδρομή στη διαχρονική -και συνεπώς πάντα e-πίκαιρη- συμβολή του ΚΔΕΟΔ στην ανάπτυξη του κλάδου της Νομικής Πληροφορικής.

Η άκρη του ιστορικού νήματος δεν θα μπορούσε να έχει άλλη αφετηρία από το δημιουργικό πνεύμα ενός οραματιστή και εξαίρετου επιστήμονα, του αείμνηστου ιδρυτή του ΚΔΕΟΔ, Δημητρίου Ευρυγένη. Ήδη στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο καθηγητής Δημήτριος Ευρυγένης διέκρινε την αναδυόμενη ανάγκη για το «πάντρεμα» τεχνολογίας και δικαίου, καταρχήν αναφορικά με τη διαχείριση της νομικής πληροφορίας. Προς το σκοπό αυτό, μάλιστα, βρήκε και τον καταλληλότερο συνεργάτη στους πανεπιστημιακούς κόλπους, τον Αναστάσιο Πασιά -που έφυγε επίσης πρόωρα από τη ζωή- τον οποίο και ώθησε ουσιαστικά στην ενασχόληση με τον κλάδο της Νομικής Πληροφορικής. Έτσι, το 1974, στο 9ο Διεθνές Συνέδριο Συγκριτικού Δικαίου στην Τεχεράνη, οι Ευρυγένης και Πασιάς παρουσιάζουν για πρώτη φορά το πειραματικό σχέδιο του Σπουδαστηρίου Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου και Συγκριτικού Δικαίου με την συμβολική κωδική ονομασία «INNOMOS», από τη σύντμηση του γαλλικού όρου «informatique» και τη λέξη «νόμος». Βασικός στόχος αυτού του ερευνητικού προγράμματος ήταν η δημιουργία ενός πρότυπου συστήματος ηλεκτρονικής επεξεργασίας ελληνικών δικαστικών αποφάσεων στην πλήρη μορφή τους. Ενδεικτική είναι, άλλωστε, και η εισαγωγική φράση της εισήγησης που παρουσιάστηκε στην Τεχεράνη: «Lexplosion de linformation juridique est aussi un problème hellénique (Η έκρηξη της νομικής πληροφορίας αποτελεί και ελληνικό πρόβλημα.).

Το Σχέδιο INNOMOS, που φιλοδοξούσε ουσιαστικά να αποτελέσει μια διαρκώς εμπλουτιζόμενη Τράπεζα νομικών δεδομένων, στήθηκε αρχικά σε τερματικά του Σπουδαστηρίου Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου και Συγκριτικού Δικαίου μέχρι το 1979, οπότε και δημιουργήθηκε ιδιαίτερο τμήμα ηλεκτρονικής επεξεργασίας νομικών δεδομένων στο νεοϊδρυθέν τότε ΚΔΕΟΔ. Το INNOMOS αποτέλεσε τη γέφυρα επικοινωνίας και στενής συνεργασίας μεταξύ Πανεπιστημίου και ΚΔΕΟΔ προς τον εκσυγχρονισμό της οπτικής του δικαίου και της νομικής πράξης στη χώρα μας. Στο πλαίσιο αυτό, το ΚΔΕΟΔ οργάνωσε το Μάιο του 1981 ένα πρωτόγνωρο, για τα ελληνικά πράγματα, σεμινάριο με θέμα: «Η ηλεκτρονική επεξεργασία νομικών δεδομένων – Ευρώπη, Ευρωπαϊκές Κοινότητες, Ελλάδα», με σκοπό μια πρώτη ενημέρωση του νομικού κύκλου πάνω στο σχέδιο INNOMOS. Χαρακτηριστική είναι σχετική αναφορά στον ημερήσιο τύπο της εποχής: «Το σύστημα αυτό βασίζεται στην αποθήκευση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή της νομοθεσίας, της νομολογίας και της νομικής φιλολογίας και όταν ο νομικός χρειάζεται κάτι, δεν έχει παρά να πατήσει ένα κουμπί και ο υπολογιστής να του δώσει την απαιτούμενη απάντηση.» Τον Ιούλιο του ίδιου έτους ακολούθησε, η διοργάνωση, στη Θεσσαλονίκη, του 6ου Ευρωπαϊκού Συμποσίου ηλεκτρονικής επεξεργασίας του δικαίου με συμμετοχή του Συμβουλίου της Ευρώπης και υπό την προεδρία του Δημήτριου Ευρυγένη.

Το σχέδιο INNOMOS δεν κατόρθωσε τελικά να εξελιχθεί αυτούσιο σε μια ολοκληρωμένη μορφή και να αναχθεί σε πληροφορική ραχοκοκαλιά του νομικού συστήματος, φανερώνοντας έτσι, για άλλη μια φορά, τη δυσκαμψία της κρατικής μηχανής και την έλλειψη οράματος στους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς λήψης αποφάσεων. Εντούτοις, είναι ενδεικτικές οι μελέτες που πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, σχετικά με το «σχεδιασμό ενός ολοκληρωμένου ηλεκτρονικού συστήματος νομικής πληροφόρησης σε εθνικό επίπεδο» (βλ. ΕΕΕυρΔ 3.1983) και την «ηλεκτρονική υποστήριξη του αρχείου ποινικού μητρώου» (βλ. ΕΕΕυρΔ 3.1985). Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, πάντως, ο ενθουσιασμός για το σχέδιο INNOMOS, άφησε σημαντικές παρακαταθήκες, προκαλώντας καταρχήν το επιστημονικό ενδιαφέρον για έναν νέο, ανεξερεύνητο κλάδο και εισφέροντας σταδιακά στην καθημερινότητα νέους όρους και νέες προοπτικές. Μεταξύ άλλων, παράγωγη του όλου κλίματος ήταν και η δημιουργία μιας αυτόνομης στήλης για τη «Νομική Πληροφορική», το 1983, στη νέα, τότε, Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου, που το ΚΔΕΟΔ εκδίδει με τη συνεργασία του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης από το 1981. Η στήλη συντηρήθηκε αρχικά με περιστασιακές μελέτες του Πασιά, ο οποίος εύγλωττα περίγραφε τους στόχους της, εγκαινιάζοντάς την: «Η στήλη αυτή δεν πρόκειται να φιλοξενήσει στοχασμούς πάνω στη λογική χρήσης της μηχανής, γιατί η ίδια η μηχανή από μόνη της δεν παράγει τίποτα, ιδιαίτερα στο χώρο του δικαίου. Αντίθετα, αυτό που θα παρουσιάζει συστηματικά, είναι η λογική της νομικής επιστήμης, μεγεθυμένη και ανανεωμένη με την υποστήριξη της μηχανής που ονομάζουμε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Αντικείμενό της θα είναι λοιπόν η νομική προβληματική με τις παλιές και καινούριες εκφράσεις και λύσεις της, δοσμένες ωστόσο στην προοπτική που ορίζουν σήμερα η επιστήμη της Κυβερνητικής και η τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών.»

Ως τα μέσα της δεκαετίας του ’90, η στήλη ατόνησε σταδιακά, ως φυσικό επακόλουθο, άλλωστε, της πρόωρης εκδημίας των εμπνευστών της. Το 1996, όμως, με την έξαρση της διάδοσης και χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών και την ανάπτυξη του Διαδικτύου, ανανεώθηκε το ενδιαφέρον στο πεδίο της νομικής πληροφορικής. Το ΚΔΕΟΔ σχεδίαζε και πάλι ένα πρωτοπόρο εγχείρημα, ανακοινώνοντας την παράλληλη κυκλοφορία της Ελληνικής Επιθεώρησης Ευρωπαϊκού Δικαίου σε ηλεκτρονική μορφή, με σκοπό να αποτελέσει το πρώτο ελληνικό νομικό forum ανταλλαγής επιστημονικών απόψεων στο διαδίκτυο. Η πρωτοβουλία αυτή συνάντησε δυστυχώς νομικά εμπόδια, που αφορούσαν κυρίως ζητήματα διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων και δεν προχώρησε περαιτέρω. Ωστόσο το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για τα ζητήματα νομικής πληροφορικής είχε αρχίσει να παγιοποιείται, με αποτέλεσμα την αναζωογόνηση του περιεχομένου της στήλης. Παράλληλα, στους κόλπους του ΚΔΕΟΔ αναπτύχθηκε μια λειτουργική βάση δεδομένων με την ονομασία «HELC», ενσωματώνοντας όλες τις κοινοτικές πράξεις και τον τρόπο προσαρμογής τους στην ελληνική νομοθεσία και παρέχοντας ένα εύχρηστο εργαλείο στους νομικούς και τους ερευνητές του δικαίου.

Μετά το 2000, ο ρόλος της νομικής πληροφορικής είναι ευδιάκριτος, η ζήτηση για περισσότερες πληροφορίες αυξημένη και οι ενδιαφερόμενοι νομικοί όλο και περισσότεροι. Είναι η εποχή που το διαδίκτυο εισβάλλει αποφασιστικά στην ελληνική πραγματικότητα, σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο. Οι βάσεις νομικών δεδομένων εμφανίζονται σε πολύ πιο οργανωμένη μορφή και προσφέρουν απομακρυσμένη πρόσβαση σε τεράστια μεγέθη νομικής πληροφορίας, για τα οποία ο Ευρυγένης μιλούσε από το ’70. Το ΚΔΕΟΔ ανταποκρίνεται από νωρίς στις προκλήσεις των καιρών, συμμετέχοντας στην ψηφιακή πραγματικότητα με τη θέση σε λειτουργία ιστοσελίδας, που εκτός των άλλων, παρέχει επιγραμμική (on-line) πρόσβαση στους καταλόγους της βιβλιοθήκης του, για εύκολη απομακρυσμένη αναζήτηση και επιστημονική έρευνα. Πρόσφατα, μάλιστα, δόθηκε σε ελεύθερη χρήση μέσω διαδικτύου και η δυνατότητα έρευνας μέσω της ηλεκτρονικής βάσης «HELC». Μέσα στο 2004, η Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου υιοθετεί την παρούσα στήλη «e-πίκαιρα», ανταποκρινόμενη στην απαίτηση του νομικού κόσμου για έγκαιρη ενημέρωση σχετικά με τις εξελίξεις στο χώρο της νομικής πληροφορικής. Την ίδια στιγμή, οι θεματικές από τον εν λόγω χώρο δε λείπουν ούτε από τις ημερίδες, τις επιστημονικές εκδηλώσεις και τις εκδόσεις του ΚΔΕΟΔ.

Το σύντομο αυτό «βιογραφικό» του κλάδου της νομικής πληροφορικής μέσα από το πρίσμα του ΚΔΕΟΔ, δεν αποσκοπεί σε απόδοση επαίνων, για την αδιαμφισβήτητα καίρια συμβολή του Κέντρου στην επιστήμη της νομικής πληροφορικής. Πολύ περισσότερο επιδιώκεται, μέσα από την ανασκόπηση του παρελθόντος η διοχέτευση ενέργειας στο ερευνητικό παρόν και μέλλον για την ανάληψη νέων πρωτοβουλιών, τόσο ρηξικέλευθων που να ανταγωνίζονται τα πρωτοποριακά πλάνα των αείμνηστων Ευρυγένη και Πασιά. Στην προσπάθεια αυτή, την ωφέλιμη ισορροπία μπορούν να προσφέρουν τα παρακάτω λόγια του Α. Πασιά: «Δεν θα πρέπει ποτέ, με αντάλλαγμα την άνεσή μας, να περάσουμε στη φρίκη της εικόνας του νομικού, απλού και άβουλου χειριστή της μηχανής, γιατί τότε αναπόφευκτα θα ζήσουμε τη φρίκη της πραγματικότητας ενός νομικού συστήματος που θα ανήκει στην περιοχή μιας κακόγουστης αλλά και εφιαλτικής επιστημονικής φαντασίας.»